Από τις επιδοτήσεις εξαρτώνται 4 στους 5 αγρότες ΟΜΗΡΟΙ ΜΕ ΨΙΧΟΥΛΑ ΑΓΝΟΟΥΝ ΤΟΝ ΤΕΡΑΣΤΙΟ ΠΛΟΥΤΟ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΣΥΝΔΙΚΑΙΟΥΧΟΙ
Εξαρτημένοι από τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις είναι σχεδόν 4 στους 5 Έλληνες αγρότες καθώς παρά τα 150 δισ. ευρώ – ποσό ίσο με το 80% του ετήσιου ΑΕΠ της χώρας – που εισέρρευσαν στην ελληνική γεωργία από το 1981 έως σήμερα (180 δισ. ευρώ, κατά άλλους υπολογισμούς), δεν κατέστη δυνατόν να αντιμετωπιστούν μεγάλα διαρθρωτικά προβλήματα του πρωτογενούς τομέα.
«Το 78% περίπου των γεωργικών εκμεταλλεύσεων, ήτοι 500.000 γεωργικές εκμεταλλεύσεις, στην Ελλάδα εξαρτώνται σε πολύ μεγάλο βαθμό από την ύπαρξη των άμεσων ενισχύσεων», επισημαίνεται στο προσχέδιο του Στρατηγικού Σχεδίου για τη νέα ΚΑΠ της περιόδου 2023-27 που τέθηκε σε διαβούλευση από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων.
Όπως επισημαίνεται στο Σχέδιο, «η δημογραφική σύνθεση των απασχολούμενων στη γεωργία αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα διαρθρωτικά της προβλήματα, η ένταση του οποίου δημιουργεί σημαντικούς κινδύνους για τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της».
Είναι χαρακτηριστικό ότι στην ηλικιακή ομάδα κάτω των 35 ετών ενώ το ποσοστό των γεωργών με βασική εκπαίδευση είναι ταυτόσημο με το μέσο όρο της ΕΕ (21,3%) υπάρχει πολύ μεγάλη διαφορά στο ποσοστό των νέων γεωργών με πλήρη εκπαίδευση: στην Ελλάδα ανέρχεται μόλις στο 2,9% έναντι 21,7% στην ΕΕ-28.
«Το πρόβλημα του χαμηλού επίπεδου εκπαίδευσης και η απόκλιση με το μέσο όρο της ΕΕ είναι ακόμα οξύτερο για το σύνολο των γεωργών», τονίζεται στο Σχέδιο και προστίθεται: «σημαντικό πρόβλημα για την διάχυση και μετάδοση της καινοτομίας και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του πρωτογενή τομέα της χώρας μας αποτελεί το χαμηλό εκπαιδευτικό επίπεδο των αρχηγών/διαχειριστών γεωργικών εκμεταλλεύσεων.
Η συντριπτική πλειονότητα των επικεφαλής των γεωργικών εκμεταλλεύσεων στην Ελλάδα διαθέτει μόνο πρακτική εμπειρία (οξύτατο πρόβλημα η έλλειψη γνώσεων και δεξιοτήτων) με αποτέλεσμα χαμηλή παραγωγικότητα και χαμηλό ύψος της προστιθέμενης αξίας της παραγωγής καθώς και μη υιοθέτηση καινοτομιών».
Ακριβά τα ενοίκια στην αγροτική γη
Ένα άλλο σημαντικό διαρθρωτικό πρόβλημα είναι τα μεγάλα εμπόδια στην εγκατάσταση νέων αγροτών: «η περιορισμένη πρόσβαση σε γεωργική γη λόγω της απουσίας μηχανισμών διαχείρισής της, η ατελής αγορά γεωργικής γης (πολύ περιορισμένος αριθμός αγορών και πωλήσεων γεωργικής γης) καθώς και οι υψηλές τιμές ενοικίασης της γεωργικής γης» (τα 2/3 της αγροτικής γης ενοικιάζονται).
Ταυτόχρονα, «οι μεγάλοι σε ηλικία γεωργοί είναι απρόθυμοι να εγκαταλείψουν το γεωργικό επάγγελμα παράμετρος που σχετίζεται και με τον τρόπο καταβολής των ενισχύσεων (αποσυνδεδεμένη ενίσχυση). Τα εθνικά μέτρα για την διανομή γεωργικών γαιών προς τους νέους γεωργούς έχουν περιορισμένη αποτελεσματικότητα και θα πρέπει να διερευνηθεί η θεσμοθέτηση κινήτρων – αντικινήτρων στο πλαίσιο της εθνικής νομοθεσίας (φορολογία, ασφαλιστικό, κληρονομικό δίκαιο)», επισημαίνεται χαρακτηριστικά.
Εγκατέλειψε τη γεωργία 1 στους 5
Όπως συμβαίνει και στον υπόλοιπο πλανήτη, το εισόδημα όπως και η παραγωγικότητα της εργασίας είναι χαμηλότερα στις αγροτικές περιοχές συγκριτικά με τα αστικά κέντρα, ενώ, ταυτόχρονα, ο δείκτης φτώχειας είναι υψηλότερος. Ο τουρισμός συνέβαλε στην αύξηση του εισοδήματος σε κάποιες – αλλά όχι όλες – αγροτικές περιοχές. Χαμηλότερες είναι και οι επιδόσεις στην αξιοποίηση Τεχνολογιών Πληροφορικής Επικοινωνίας (ΤΠΕ) λόγω τόσο της απουσίας ευρυζωνικών δικτύων όσο και του ψηφιακού αναλφαβητισμού, συνέπεια της δημογραφικής σύνθεσης του πληθυσμού.
Δεν είναι συνεπώς τυχαίο ότι, με βάση το Σχέδιο, ο αριθμός των αγροτών μειώθηκε κατά 20% μετά το 2007, ενώ η Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία του αγροδιατροφικού τομέα μειώθηκε κατά 20,8% την περίοδο 2009-2017.
Αυξήθηκαν οι εξαγωγές, μειώθηκε το περιβαλλοντικό αποτύπωμα
Υπάρχουν, πάντως, και θετικά νέα για την ελληνική γεωργία:
– Επέδειξε αξιοσημείωτη σταθερότητα στην κρίση σε σχέση με τους υπόλοιπους κλάδους της οικονομίας.
– Αυξήθηκαν οι εξαγωγές (υπερδιπλασιάστηκε η αξία των εξαγωγών τροφίμων-ποτών-καπνού και εκκοκκισμένου βάμβακος κατά την τελευταία 15ετία) με αποτέλεσμα το εμπορικό έλλειμμα να μηδενιστεί και να υπάρξει πλεόνασμα το 2020. Μάλιστα η αξία των εξαγωγών των μεταποιημένων προϊόντων αυξήθηκε κατά 70% την περίοδο 2009-2019, έναντι αύξησης κατά 26% της αξίας των πρωτογενών προϊόντων, «γεγονός αναμφίβολα θετικό – σύμφωνα με το Σχέδιο – δεδομένου ότι τα μεταποιημένα προϊόντα δημιουργούν πολύ μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία, η οποία και διαχέεται σε μεγαλύτερο τμήμα του παραγωγικού ιστού της ελληνικής οικονομίας.
Μεταξύ 2010 και 2017, η συνολική αξία των πωλήσεων των μεταποιημένων προϊόντων αυξήθηκε κατά 18%, φθάνοντας το 1,19 δισ. ευρώ, ενώ αυξήθηκε και το μερίδιο των εξαγωγών στις συνολικές πωλήσεις τους, από 28% σε 42%. Εξέχουσα θέση στα προϊόντα αυτά κατέχει το τυρί φέτα. Συνεπώς η στρατηγική της ποιότητας και της ανάπτυξης ποικίλων μορφών συλλογικότητας μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στην αναβάθμιση της θέσης των γεωργών στην αγροδιατροφική αλυσίδα», τονίζουν οι συντάκτες του Σχεδίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου